Οι Ελληνο-σουηδο-δανικές ανασκαφές στη μινωική Κυδωνία στα Χανιά

Το 2010 ξεκίνησε η συνεργασία του Ινστιτούτου της Δανίας με το προϋπάρχον πρόγραμμα των ελληνο-σουηδικών ανασκαφών στο Καστέλλι Χανίων. Διευθυντής των ανασκαφών είναι ο Δρ. Γιάννης Τζεδάκης (πρώην Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Πολιτισμού) και συνδιευθυντές των ανασκαφών είναι οι Δρ. Ann-Louise Schallin (Σουηδικό Ινστιτούτο) και ο Δρ. Erik Hallager (Το Ινστιτούτο της Δανίας). Οι παλαιότερες ανασκαφές στη μινωική Κυδωνία έχουν αποκαλύψει ότι η πόλη των Χανίων έχει ιστορία 5000 ετών και έχουν καταδείξει ότι η τοποθεσία κατοικούνταν συνεχώς, με εξαίρεση τα περίπου 400 χρόνια από το τέλος της Εποχής του Χαλκού (περίπου το 1150 π.Χ.) ως το τέλος της Γεωμετρικής Περιόδου (περίπου το 725 π.Χ.), οπότε οι άνθρωποι επέστρεψαν και επανακατοίκησαν τα μινωικά ερείπια.

Οι πιο σημαντικές ανακαλύψεις ήταν αυτές που χρονολογούνται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, στην Ύστερη Μινωική Περίοδο (1500-1150 π.Χ. περίπου), στις οποίες ανήκουν οι επτά διαδοχικοί οικισμοί, που έχουν ερευνηθεί – μοναδική περίπτωση για την Κρήτη. Μια από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις σε αυτή τη θέση ήταν η εύρεση πινακίδων Γραμμικής Β το 1990, οι οποίες μέχρι τότε είχαν βρεθεί στην Κρήτη μόνο στο Ανάκτορο της Κνωσού. Οι πινακίδες βρέθηκαν στο τελικό στρώμα καταστροφής ενός μεγάλου και σημαντικού κτιρίου της YM ΙΙΙΑ:2 / ΥΜ ΙΙΙΒ:1 περιόδου (1350- 1250 π.Χ.). Οι πινακίδες απέδειξαν ότι ο Διόνυσος θεωρούνταν θεός ήδη κατά την Εποχή του Χαλκού, και ότι είχαν κατασκευαστεί ακριβώς όπως οι πινακίδες της Κνωσού, για την χρονολογία της οποίας υπάρχει ακόμη αβεβαιότητα.

Οι Πινακίδες της Γραμμικής Β Γραφής

Ο κύριος σκοπός της επανέναρξης των ανασκαφών στο Καστέλλι Χανίων ως ελληνο-σουηδο-δανική συνεργασία είναι να διερευνηθεί, όσο επιτρέπει η σύγχρονη κατοίκηση, το κτίριο όπου βρέθηκαν οι πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής. Υπάρχει η ελπίδα ότι με την ανασκαφή θα βρεθούν περισσότερες πινακίδες Γραμμικής Β, αλλά και ότι θα αποσαφηνιστεί η λειτουργία ενός από τα πιο σημαντικά κτίρια που έχουν ανακαλυφθεί στη δυτική Κρήτη ως σήμερα, πράγμα που είναι εξίσου σημαντικό για την ιστορία της μινωικής Κρήτης. Το έργο έχει πενταετή διάρκεια, με τρεις ανασκαφικές περιόδους και συνεχιζόμενες μελέτες και δύο περιόδους περαιτέρω μελετών και δημοσίευσης.

Η πρώτη ανασκαφική περίοδος διεξάχθηκε από τον Erik Hallager και τη Μαρία Ανδρεαδάκη- Βλαζάκη το 2010. Απέδωσε εντυπωσιακά αποτελέσματα σχετικά με την αρχιτεκτονική και την κεραμική, συμπεριλαμβανομένων εισαγόμενων αγγείων που είναι γνωστά ως Ιταλική Χειροποίητη Στιλβωτή Κεραμική και άλλα σημαντικά ευρήματα, μεταξύ των οποίων αναφέρονται θραύσματα μιας πινακίδας της Γραμμικής Α γραφής, επτά λίθινες σφραγίδες, ένα μοναδικό φυλακτό από ορεία κρύσταλλο, ένα χάλκινο μαχαίρι, συσσωρεύσεις αιγυπτιακής χρωστικής ουσίας μπλε χρώματος και πάρα πολλά οστά ζώων, μερικά πιθανόν από προσφορές.

Οι χορηγοί για την πρώτη ανασκαφική περίοδο ήταν το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP) και το ίδρυμα Gunvor & Josef Anérs Stiftelse.

Σύντομη έκθεση σχετικά με το έργο (στα αγγλικά).

Chania

Άποψη του ΥΜ ΙΙΙΒ:1 Κτιρίου 2, Δωμάτια Η και L, όπου ανακαλύφθηκαν σημαντικά ευρήματα, όπως λίθινες σφραγίδες, φυλακτά, σκαλισμένο ελεφαντόδοντο, χάλκινα αντικείμενα και μοναδικά αγγεία.